Η βιομηχανική επανάσταση αφού διέλυσε την ευλογημένη κοινότητα εις τα εξ ων συνετέθη, διέσπασε και διαχώρισε το πάλαι ενιαίο δίπολο: Δάσος και Πολιτισμός.
Ο Πολιτισμός, που αφορούσε τους υλικούς όρους της ζωής, είναι εύλογο και αυτονόητο ότι συνυφαινόταν με το Δάσος. Ο παραδοσιακός άνθρωπος από αυτό προμηθευόταν το πολύτιμο ξύλο, που χρειαζόταν για όλες τις χρήσεις και τα φυλλώματα των δέντρων ήταν μια πολύτιμη ζωοτροφή, χλωρή ή αποξηραμένη, χειμώνα καλοκαίρι. Επίσης το δάσος ήταν καταφύγιο δικό του και των ζώων του, στα καλοκαιρινά λιοπύρια και στα χιονόνερα του χειμώνα.
Όμως και ο Πολιτισμός των λοιπών άυλων φανερωμάτων της κοινωνικής και οικονομικής ζωής δεν ήταν ξεκομμένος από τα δέντρα και το Δάσος. Δέντρα σημαδιακά και μεγάλα δεν τα πείραζαν. Εκτός από του ότι τα χρειάζονταν, επιπλέον τα σέβονταν και τα φοβόντουσαν, γιατί από αρχαιοτάτων χρόνων θεωρούνταν ιερά και κατοικίες των νυμφών, που με το χριστιανισμό τέθηκαν υπό την προστασία διαφόρων Αγίων, με τα ξωκλήσια και τα εικονίσματα, με τις θρησκευτικές τελετές και τα πανηγύρια.
Δέντρα μνημεία της φύσης, που για αιώνες αντιστέκονταν στην υλοτομική μανία του ανθρώπου, σήμερα έχουν γίνει στάχτη και μπούλμπερη στους ξυλολέβητες των κεντρικών μας θερμάνσεων. Μαζί τους έγιναν καπνός και οι νεράιδες, που κατοικούσαν σ΄ αυτά, με την μαγεία και την ομορφιά τους.