Στα ομηρικά χρόνια ο προφορικός λόγος ήταν κυρίαρχο όργανο της πόλεως. Η αφήγηση με την επιχειρηματολογία και την πειθώ αποτελούσαν μια ζωντανή πρόσωπο με πρόσωπο λογοκρατική παράσταση που λάμβανε χώρα μέσα στην πολιτική κοινότητα. Αργότερα, στα κλασσικά χρόνια, ο λόγος ήταν απόλυτα συνυφασμένος με την πολιτική τέχνη, τον επιδέξιο χειρισμό της γλώσσας στο δημόσιο χώρο. Αυτό φανερωνόταν ουσιαστικά στη συνέλευση και στα δικαστήρια. Η θεσμοθέτηση του δικαίου στα δικαστήρια, η δικαιοσύνη, ήταν η μεγάλη κοινωνική ρήξη και καινοτομία του ελληνικού πνεύματος, προκειμένου να υμνηθεί το πνεύμα του ανθρωπισμού και να προωθηθεί μια έλλογη σύνταξη της κοινωνίας. Η ανάδυση του λόγου ως θεμελιακού εργαλείου για την εγκαθίδρυση της δημοκρατίας, ως ατομικής και συλλογικής αυτονομίας, διαφάνηκε στη φιλοσοφία και την αρχαιοελληνική επιστήμη. Ο Αριστοτέλης, για παράδειγμα, άνοιξε το δρόμο στις έρευνές του με την χρήση της πειθούς καθορίζοντας τους κανόνες της απόδειξης και θεμελιώνοντας έτσι μια λογική του αληθούς.
Θεσμοθετείται για πρώτη φορά στην πολιτική ιστορία της ανθρωπότητας στην αρχαία Αθήνα του 5ου και 4ου αιώνα ένας δημόσιος χώρος κοινών ηθών και λόγου. Γίνονται στοιχεία κοινού πολιτισμού, δηλαδή, οι γνώσεις, οι αξίες και οι διανοητικές μέθοδοι. Ο διάλογος και η επιχειρηματολογία καθίστανται κανόνας του πνευματικού και πολιτικού παιχνιδιού. Αυτή η σπουδαία πολιτιστική μεταμόρφωση των πολιτικών ηθών της πόλης θα επιφέρει μια καθολική αντιστροφή των όρων κάτω από τους οποίους λειτουργούσε η παράδοση της θρησκείας και του μύθου. Η δημοκρατική συγκρότηση της αρχαιοελληνικής κοινωνίας με την πρωταγωνιστική επικουρία του φιλοσοφικού λόγου θα μετατρέψει τη θρησκευτική λατρεία σε δημόσια λατρεία πολιτικού χαρακτήρα εγκιβωτίζοντας την πηγή σύστασης της μορφής του κοινωνικού όντος μέσα στην ίδια την πολιτική κοινωνία.
Ο εκδημοκρατισμός των θρησκευτικών προνομίων, όπως η μύηση στα μυστήρια μεταβάλλει την πρόσληψη του μυστικού και ιερού στοιχείου με όρους πολιτικής κοινωνίας. Το ιερό προσλαμβάνεται ως ο αληθής αποκεκαλυμμένος λόγος συγκρότησης του κόσμου. Η μύηση στα μυστήρια είναι η μετοχή του πολίτη στην κατά αληθή λόγον κοινή κατανόηση συγκρότησης του κόσμου. Το άτομο μεταμορφώνεται μέσα στην πολιτική κοινότητα, επειδή ο κοινός τρόπος του βίου τον οδηγεί σε ένα ανώτερο πνευματικό επίπεδο ζωής (αρχέγονο πρόσωπο). Πώς βιώνει αυτό το πνευματικό επίπεδο ζωής ο πολίτης ως "πρόσωπο"; Η σοφία της κοινής θέασης του κόσμου αποκαλύπτει την αλήθεια, τον άδηλο κόσμο των όντων, στον καθένα ξεχωριστά, όταν ο πολίτης υιοθετεί μια εγκόσμια ασκητική με όρους πολιτικού αθλήματος. Ο πολίτης προσλαμβάνει ως ιερό όχι πλέον θεϊκές δυνάμεις που ενορχηστρώνουν τη ματιά που έχει για τον κόσμο, αλλά την ίδια την πολιτική κοινότητα που απελευθερώνει εσωτερικές του δυνάμεις και δυνατότητες που δεν είχε καν φανταστεί. Κοινή θέαση και κοινή συνειδητότητα.
Η σοφία της κοινωνίας σχέσεων (προσωπικών και κοσμικών) φέρνει το μυστήριο στη δημόσια πλατεία, σε όλους, χωρίς να αφαιρεί τον πέπλο του μυστηρίου που είναι απαραίτητος όρος ενότητας της πολιτικής κοινότητας.
Έτσι κατορθώνεται μια σημαντική ανθρωπολογική επίτευξη:
Η Έρις, η επιθυμία να θριαμβεύει κανείς έναντι του αντιπάλου (ο ανταγωνισμός δηλαδή), εκδηλώνεται στο επίπεδο του πνεύματος της κοινότητας. Η δύναμη του ατόμου υποχωρεί στο νόμο της ομάδας. Και υποχωρεί, επειδή η κοινή συνειδητότητα που χαρακτηρίζει το δημόσιο πνεύμα της πόλης έχει εγκαταστήσει ως δημόσια αρετή και ιδανικό την μη υπέρβαση του μέτρου που αποτελεί την Ύβριν. Η Ύβρις είναι η πολεμική μανία και η φιλοδοξία μιας καθαρά ατομικής δόξας, αλλά και παράλληλα η επίδειξη του πλούτου και κάθε είδους πολυτέλεια.
(Από το έργο του Jean-Pierre Vernant «ΟΙ ΑΠΑΡΧΕΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΣΚΕΨΗΣ»)